Τι μπορεί να κάνει κάποιος όταν όλα γύρω του είναι αβέβαια και αρνητικά; Πώς να παρακινήσει τον εαυτό του όταν κάθε προσδοκία μοιάζει διαρκώς απομακρυνόμενη και αβέβαιη; Ζούμε σε μία τέτοια περίοδο, στην οποία εδώ και δώδεκα μήνες αναβάλλουμε σχέδια, επαναπροσαρμόζουμε στόχους και προσπαθούμε να βρούμε λύσεις σε καταστάσεις που τελικά διήρκεσαν περισσότερο από όσο θεωρούσαμε. Και τελικά απογοητευόμαστε και αποκαρδιωνόμαστε.
Η απογοήτευση είναι ανθρώπινη. Όμως, αν το καλοσκεφτούμε, δεν αποτελεί λογική επιλογή, επειδή δεν έχει καμία χρησιμότητα για εμάς. Αν το να απογοητευόμαστε μας έλυνε τα προβλήματα, διόρθωνε τις δυσκολίες και άλλαζε τις καταστάσεις προς το καλύτερο, τότε το να κυλίσουμε στην απογοήτευση και την έλλειψη κινήτρου θα ήταν μία καταπληκτική επιλογή. Όμως δεν έχω υπόψη μου καμία περίπτωση στην Ιστορία της ανθρωπότητας που η απογοήτευση και η παραίτηση να ωφέλησαν κάποιον. Στην πραγματικότητα, το μόνο της αποτέλεσμα είναι το να μας κάνει να πενθούμε για σενάρια τα οποία δεν έχουν συμβεί ακόμα (ή δεν πρόκειται να συμβούν ποτέ!).
Πώς μπορούμε να αποφύγουμε όμως την απογοήτευση και να ζωντανέψουμε το κίνητρό μας;
Πρώτα ας δούμε το μηχανισμό που τη δημιουργεί. Συνήθως όλα ξεκινάνε με την πρώτη λέξη που βάζουμε στην αρχή μιας πρότασης που λέμε ή σκεφτόμαστε.
Κάποιοι σκέφτονται: «Νομίζω πως τον επόμενο μήνα η αγορά θα πάει καλύτερα». Κάποιοι άλλοι: «Ελπίζω πως ο κορωνοϊός θα περάσει αυτή τη φορά στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες».
Άλλοι: «Προσδοκώ ότι τα πράγματα θα φτιάξουν» και, τέλος, άλλοι είναι ακόμα πιο βέβαιοι και λένε: «Πιστεύω πως τα πράγματα θα φτιάξουν».
Οι παραπάνω τρόποι σκέψης δεν είναι θετική σκέψη. Είναι καμουφλαρισμένες απαιτήσεις προς τη ζωή, τον Θεό, το μέλλον και αποτελούν το σπόρο που φυτρώνει η απογοήτευση.
Βλέπετε, «νομίζω», «ελπίζω», «προσδοκώ» και «πιστεύω» είναι εκφράσεις που εμπεριέχουν την αυθαιρεσία του ελέγχου σε πράγματα που είναι έξω από τον έλεγχό μας ή την απαίτηση προς τη ζωή να μας δώσει αυτά που μας χρωστάει (αλήθεια, μας χρωστάει;). Οι θετικές αυθαιρεσίες μάς βοηθούν όταν οι αντιξοότητες είναι βραχυχρόνιες, όπως μία σύντομη κακοκαιρία που ξέρουμε πως θα περάσει σε λίγες ημέρες. Όταν όμως οι αντιξοότητες κρατούν πολύ και έχουν τα χαρακτηριστικά της παρούσας πανδημίας, τότε αυτός ο τρόπος σκέψης μάς οδηγεί από τη μία ματαίωση στην άλλη.
Και τι να κάνουμε; Να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά και να παραιτηθούμε; Αυτό είναι κάτι που δεν αποτελεί επιλογή. Αν η παραίτηση μας αντάμειβε με μία παχυλή επιταγή, θα ήταν και αυτή εξαιρετική επιλογή. Δεν συμβαίνει ούτε αυτό στον κόσμο μας, άρα η μόνη μας επιλογή είναι να αποδεχόμαστε την πραγματικότητα (χωρίς αυτό να σημαίνει πως μας αρέσει κιόλας) και να εστιάζουμε στο πώς μπορούμε να τη διαχειριστούμε. Και για να το κάνουμε αυτό είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε τα λόγια του Δημώνακτα, που περισσότερο τα γνωρίζουμε χάρη στον Ν. Καζαντζάκη: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος». Όχι ελεύθερος να παραιτηθώ, αλλά ελεύθερος να περάσω μέσα από τις δυσκολίες επειδή η ανθρώπινη φύση με κάνει να θέλω σε πείσμα των καταστάσεων να σχεδιάσω, να βρω λύσεις, να ξεκουνηθώ, να προχωρήσω, να διαπρέψω, να αγωνιστώ.
Αν θέλουμε να ζωντανέψουμε το κίνητρό μας, χρειάζεται να υιοθετήσουμε το τρίπτυχο: Αποδέχομαι την πραγματικότητα και όσα είναι έξω από τον έλεγχό μου, Εστιάζω στη δική μου προσπάθεια και όχι στο αποτέλεσμα και Εστιάζω στην τωρινή πραγματικότητα και όχι σε προκαταβολικό πένθος για μελλοντικά υποθετικά σενάρια.
Τι άλλο βοηθά το κίνητρό μου πέρα από τη νοοτροπία;
Αφού υιοθετήσουμε αυτή τη νοοτροπία, τότε είναι σημαντικό άμεσα να περάσουμε στη δράση γιατί το κίνητρο ξυπνά και δυναμώνει όσο εμείς είμαστε δραστήριοι. Μπορώ να δουλέψω ακόμα και όταν δεν έχω διάθεση να το κάνω και αυτή η υπέρβαση θα με βοηθήσει να είμαι ολοένα και πιο δραστήριος και δυναμικός. Το κίνητρο λειτουργεί σαν το τζάκι. Όσο εσύ του βάζεις ξύλα τόσο περισσότερο θα σε ζεστάνει!
Δεύτερον, το κίνητρό μας ανθίζει όταν εμείς έχουμε στόχους. Οι στόχοι μας όμως χρειάζεται να είναι στόχοι διαδικασίας και όχι στόχοι αποτελέσματος. Ξέρω πως θέλω το αποτέλεσμα (να πετύχω συγκεκριμένες πωλήσεις), όμως το στόχο αυτόν χρειάζεται να τον μεταφράσω στη συγκεκριμένη προσπάθεια που απαιτείται και να εστιάσω σε αυτήν. Όταν θέτουμε στόχους διαδικασίας τόσο στον εαυτό μας όσο και στους ανθρώπους που διοικούμε (στόχοι που αναφέρονται στην προσπάθεια και όχι στο αποτέλεσμα), ξέρουμε πως μειώνονται η ματαίωση και η απογοήτευση και αυξάνεται η ικανοποίηση από την εργασία. Συνεπώς, καλύτερα να συζητήσουμε με τους συνεργάτες μας για το «πόσα τηλέφωνα θα κάνουμε σήμερα» αντί για το «πόσες πωλήσεις θα κλείσουμε σήμερα».
Τρίτον, είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε να αναγνωρίσουμε τα επιτεύγματα και τις επιτυχίες που ειδικά σε αντίξοες συνθήκες έχουν πρόσθετη αξία. Το να επιμένεις στις δύσκολες εποχές σε αναπτύσσει ως επαγγελματία και ως άνθρωπο και σου δίνει πρόσθετες δεξιότητες που θα σε απογειώσουν όταν οι συνθήκες είναι καλύτερες.
Τέλος, όσο υπάρχει η δυνατότητα, ας προτιμήσουμε να εργαζόμαστε ομαδικά ή έστω να μοιραζόμαστε πληροφορίες και επικοινωνία με τους συνεργάτες μας. Οι δυσκολίες περνούν πιο εύκολα με παρέα!
Το κίνητρο είναι ένας μυς που όσο τον γυμνάζουμε τόσο μας στηρίζει και μας βοηθά, και ευτυχώς υπάρχουν συγκεκριμένες ασκήσεις που τον γυμνάζουν.
Ας σηκωθούμε από τον «καναπέ» λοιπόν και ας φροντίσουμε την ευρωστία του.